Σάββατο 20 Ιουνίου 2015

Spiritchaser.

The Garden of Earthly Delights

Νύχτωσε γρήγορα με ένα βαθύ σκοτάδι στον ουρανό που μόνο μερικά αστέρια έσπαγαν σε παράξενους και άγνωστους σχηματισμούς. Το φεγγάρι άλλαζε τη μορφή του πίσω από πυκνά σύννεφα φτιαγμένα σαν από καπνό. Το μόνο που τάραζε την μονότονη σιωπή ήταν τα νυκτόβια έντομα που κρύβονταν στα δέντρα τριγύρω. Τα λιγοστά φανάρια είχαν ανάψει από νωρίς και έδειχναν τον ανηφορικό πετρόστρωτο δρόμο σε σχήμα φιδιού που χωριζόταν σε αμέτρητα μικρά σοκάκια και παράδρομους στα δεξιά και αριστερά του. Αμέτρητες σκέψεις έπνιξαν το μυαλό μου. Ποια ήταν αυτή η πόλη; Από που άρχιζε και που τελείωνε; Που οδηγούσε ο δρόμος που έπρεπε να ανέβω; Εκείνη την στιγμή κατάλαβα ότι βρισκόμουν για ακόμα μια φορά στον κοσμο που μόνο πέρα από το τείχος του Ύπνου μπορείς να βρεις και δέχτηκα την παρουσία μου εκεί σαν αναγκαίο κακό και ευχαρίστηση ταυτόχρονα. Αποφάσισα να προχωρήσω στον δρόμο που εκτεινόταν μπροστά μου και να περπατήσω τις ερπετοειδείς καμπύλες του.
Ο δρόμος χώριζε στη μέση ένα ακανόνιστο πλέγμα από παλιά σπίτια το οποίο φαινόταν να έχει χτιστεί πάνω στην πλαγιά ενός λόφου σχηματίζοντας μία πόλη. Αν και φαινόταν μικρή, μία ματιά στα σοκάκια που ξέφευγάν από τον δρομο δεξια και αριστερα ήταν αρκετή για να σε πείσει για το αντίθετο, εκεί απλωνόταν ένας λαβύρινθος γεμάτος σπίτια, αυλές και σκοτεινές σκάλες που έμοιαζε να συνεχίζει παρακάμπτοντας την φυσική του χώρου.
Ο ψυχρός αέρας έφερνε κάθε τόσο φωνές από μακριά. Δεν είμαι σίγουρος αν ακολουθούσα αυτές ή τον δρόμο.
Το φεγγάρι είχε ήδη φτάσει ψηλά φωτίζοντας με χλωμό φως τα βήματά μου, όταν βρέθηκα να κοιτώ ένα στενό σοκάκι στα αριστερά του δρόμου. Ανάμεσα σε δύο μεγαλύτερα σπίτια στεκόταν μία μικρή πέτρινη αψιδωτή πύλη. Η πύλη ήταν στην κορυφή μιας παλιάς σκάλας που οδηγούσε σε νέους λαβυρίνθους, μικρούς παράδρομους που φωτίζονταν από λίγα φανάρια, φτιάχνοντας παράξενες σκιές. Ήξερα οτι αυτό που έψαχνα ηταν εκεί στο ημίφως των παλιών στενών και προχώρησα στο μονοπάτι για τα νέα βάθη που απλώνονταν μπροστά μου.